Επιρρήματα στα Αγγλικά

Επιρρήματα (adverbs) στην Αγγλική γλώσσα και η μετάφραση στα Ελληνικά

Επιρρήματα στα Αγγλικά
Επιρρήματα στα Αγγλικά

 

Παρακάτω θα βρείτε όλα τα επιρρήματα στην αγγλική γλώσσα. Όπως ξέρετε πολύ καλά τα επιρρήματα είναι άκλιτα και προσδιορίζουν το ρήμα. Υπάρχουν τοπικά επιρρήματα που απαντούν στην ερώτηση πού, τα τροπικά που απαντούν στην ερώτηση πώς, τα χρονικά που απαντούν στην ερώτηση πότε, και τα ποσοτικά που απαντούν στην ερώτηση πόσο. Επίσης έχουμε και βεβαιωτικά, τα αρνητικά και διστακτικά.

 

Τα επιρρήματα αλφαβητικά.

 

a bit earlier λίγο πιο νωρίς
a few μερικοί, μερικές, μερικά
a great deal πολύ
a little λιγάκι
a year ago πέρυσι
aback εκπληκτικά, προς τα πίσω
abaft επί τη πρύμνη, προς την πρύμνη, όπισθεν
abeam εγκάρσια, εγκαρσίως, στην μπάντα, πλαγίως
abed στο κρεββάτι, κρεβατώμενος, κλινήρης
abhorrently αποτροπιαστικά, βδελυρά

abloom κατά την διάρκεια της άνθησης
ably επιδεξίως, ευφυώς, ικανώς, ικανά, επιδέξια
aboard εντός/επί/στο/εντός πλοίο(αεροπλάνο), (σιδηρόδρομο)
abominably απεχθώς
abortively αποτυχώς επί σχέδιων
about ολόγυρα, παντού, γύρω, εδώ και εκεί, πλησίον, κοντά, ανάποδα, αντιθέτως, στην αντίθετη κατεύθυνση, μπρος και πίσω, πάνω-κάτω, περίπου, κατά προσέγγιση, εις τη διάθεση, εις την υπηρεσία
above άνωθεν, ανώτερος σε βαθμό, από πάνω, εκεί πάνω (στο παράδεισο), υπεράνω, ως άνωθεν (σε έντυπο), άνω
above all προπαντός, πάνω από όλα
above-board ανοικτά, απεριστρόφως
abrasive λειαντικός, προκαλών εκδορά, τραχύς
abreast απέναντι, δίπλα δίπλα, κατά μέτωπο, στο ίδιο ύψος ή επίπεδο, παραπλευρώς, ένας δίπλα στον άλλο, προς τα εμπρός
abroach τρυπημένος/τρυπητός (επί βύτιου)
abroad έξω από το σπίτι, μακράν, εκτενώς, ευρεώς, σε πλάνη, στο εξωτερικό, σε ταξίδι, στο ύπαιθρο, απέξω,
abruptly απότομα, αιφνίδια
absently αφηρημένως
absent-mindedly αφηρημένα
absolutely απόλυτα, απολύτως
absorbingly απορροφητικά, με μεγάλο ενδιαφέρον
abstractedly αφηρημένα
abundantly άφθονα
academically ακαδημαϊκώς
accessibly προσίτως
accidentally συμπτωματικώς
according to σύμφωνα με
accordingly επομένως, συμφωνώς προς, αναλογώς
across πέραν, εγκαρσίως, απέναντι
actually πράγματι, πραγματικά
ad infinitum επί άπειρο
ad valorem αναλογίαν της αξίας, κατά εκτίμηση, κατά αξία
adagio βραδέως
admirably θαυμάσια, θαυμασίως
admiringly με θαυμασμό
admissibly ομολογουμένως
admittedly αναντιρρητώς, ομολογουμένως
adoringly με λατρεία
adown προς τα κάτω, κάτω
advisedly εσκεμμένως
afar σε απόσταση, μακρυά
affably προσηνώς
affectedly με επιτήδευσιν
affectionately στοργικά
affirmably βεβαιωσίμως, βεβαιωτικώς
afield εις τους αγρούς, μακράν, σε απόσταση
afloot επί ποδός
afore πριν
aforehand εκ των προτέρων
aforetime άλλοτε, πρότερον
afresh εκ νέου, πάλι
aft πίσω, προς την πρύμνη
after κατόπιν, μετά, αφού
after a sort μέχρι ενός σημείου
after all παρά όλα αυτά
after arrival μετά την άφιξη
after date μετά την ημερομηνίαν ταυτήν (εμπορ.)
after that εν συνέχεια
afterwards κατόπιν, έπειτα
again ξανά, πάλι, εκ νέου
against εναντία, έναντι, κατά, κόντρα
aggressively επιθετικά
ago προ, πριν, πρότερον
agonizingly αγωνιωδώς
agreeably ευχαρίστως, ευχάριστα
aground στην ξηρά
ahead εμπρός
a-hull χωρίς ιστία (μόνο σκάφο)
aimlessly άσκοπα
airily φαιδρώς, ελαφρώς
akimbo με τας χειράς εις τα ισχία
akin συγγενής με
alee προς το ηπήνεμο
algebraically αλγεβρικώς
alias άλλως
all όλως
all along ανέκαθεν
all around ολόγυρα, γενικώς διά όλα
all at once μεμιάς
all day long ολήμερα, καθ’ όλη την ημέρα
all night long ολονυχτίς
all of a sudden έξαφνα
all over παντού
all right εντάξει
all together ομαδικά
all told συνολικά
allegedly κατά ισχυρισμόν, τάχα
allegorically αλληγορικώς
allegro γοργά
almost σχεδόν
aloft επάνω, ψηλά
along κατά μήκος, εμπρός
alongside παραπλευρώς, κατά μήκος της πλευράς
aloof μακράν, χωριστά, σε απόσταση
aloud μεγαλόφωνως
alphabetically αλφαβητικώς
already ήδη, από τώρα
alright καλώς
also επίσης, επί πλέον
although αν και, παρά, παρόλο
altogether κατά ολοκληρίαν, εντελώς, γενικά
altruistically αλτρουιστικά
always διαρκώς, πάντοτε
amain σφοδρώς, βιαίως
amazingly καταπληκτικά
ambiguously διφορούμενα
amenably υπεύθυνα
amiably ευγενικά, αξιέραστα
amiant ασβέστης
amicably ειρηνικά, φιλικά
amiss στραβά, απρεπώς, εσφαλμένα
among ourselves μεταξύ μας
amorously ερωτικά
ample επαρκώς
amply άφθονα
anew εκ νέου, πάλιν
angelically αγγελικά
angrily θυμωμένα, οργισμένα
Anno Domini μ.Χ
annually ετησίως
anomalously ανωμαλώς
anon εντός ολίγου, πάλι
another time άλλοτε
answerably υπευθυνώς
antagonistically ανταγωνιστικώς
ante meridiem προ μεσημβρίας
anthropoid ανθρωποειδής
anyhow οπωσδήποτε
anyway πάντως, οπωσδήποτε
anywhere οπουδήποτε
apace γρήγορα
apart χωριστά, κατά μέρος, χώρια
apathetically απαθώς
apeak τελείως κάθετος, απίκο
apiece έκαστος, καθείς, καθένας, κάθε, το κομμάτι
apologetically απολογητικά
aport προς τα αριστερά
apparently φαινομενικώς, προφανώς
applicably εφαρμοστά
appreciably αισθητώς
approximately περίπου
apropos επί τη ευκαιρία
aptly ορθώς, επιδεξίως
arbitrarily αυθαιρετώς
archly πανουργώς
ardently με ζήλο
aright ορθώς, σωστά
aristocratically αριστοκρατικώς
arithmetically αριθμητικώς
aromatically αρωματικώς
around γύρω, τριγύρω
arow στη σειρά
arrears καθυστερούμενα
artificially τεχνητά
artistically καλιτεχνικώς
artlessly αφελώς
as a favor χαριστικώς
as a matter of fact στην πραγματικότητα
as a rule κατά κανόνα
as a secret εμπιστευτικά
as good as σχεδόν
as is όπως είναι
as is usual όπως συνηθίζεται
as long as όσο
as many as όσα
as much το ίδιο
as much as όσο
as near as όσο κοντά
as one συσσωμώς
as so long ενόσω
as soon as αμέσως μόλις
as usual ως συνήθως
as well επίσης
ascetically ασκητικώς
ashore παραλιακά, εις την παραλία
aside κατά μέρος, χώρια
askance λοξώς
askew στραβά
aslant πλάγια
asquint λοξώς
assuredly βεβαίως
astern προς την πρύμνην
astonishingly καταπληκτικώς
astride καβάλα
asunder χωριστά, εις δυο
at a bound με ένα άλμα
at a draught μονορούφι
at a low ebb χαμηλά
at a run τρεχάλα
at all καθόλου
at an angle διαγωνίως
at any rate πάντως
at bay σε δύσκολη θέση
at cost price σε τιμή κόστους
at first αρχικά
at first sight εκ πρώτης όψεως
at half price μισοτιμής
at home κατά οίκον
at intervals κατά διαστήματα
at last επιτέλους
at least τουλάχιστον
at night τη νύχτα
at noon το μεσημέρι
at once ευθύς, αμέσως, διά μιας
at one gulp μονορούφι
at par στην ονομαστική αξία
at random κουτουρού
at some distance ξέμακρα
at the double τροχάδην
at the same time συγχρόνως
at times ώρες ώρες
at will κατά βούληση
at your orders στις διαταγές σας
athletically αθλητικώς
athwart εγκαρσίως, πλάγια
attentively προσεχτικά
audibly ακουστώς, ευδιάκριτα
aught ότι, τίποτε
automatically αυτομάτως
availably διαθεσιμώς, άπωφελως
avidly αχόρταγα, απληστώς
avoidably αποφευκτώς
avowedly ομολογουμένως
away μακριά
awfully φοβερά
awhile ολίγο καιρό, για λίγο
awkwardly αδέξια
awry στραβά
aye πάντοτε
b.c προ χριστού
back πίσω, οπίσω, όπισθεν
back hand ανάποδος
backlog καθυστερούμενα
backside πίσω πλευρά, όπισθεν
backward πίσω
backwards προς τα πίσω, ανάποδα
badly κακώς
bang in the middle καταμεσής
bar none μηδενός εξαιρούμενου
bar one εξαιρέσει ενός
barely μόλις
basically βασικώς, βασικά
before μπροστά, ενώπιο
beforehand εκ των προτέρων, προηγουμένως
behind πίσω, όπισθεν
behind with είμαι δίπλα με
below παρακάτω, από κάτω, κάτωθεν, κάτωθι, κάτω
beneath υποκάτω, κάτω από, χαμηλά
beside δίπλα, πλησίον, παραπλευρώς
besides προς τούτοις, άλλωστε
best άριστα
better καλύτερα, προτιμότερο
between στο ενδιάμεσο, μεταξύ δύο, εν τω μεταξύ
beyond πέραν, πέρα, υπεράνω, αργότερα
bias λοξώς
bimonthly κάθε δεύτερο μήνα
biweekly ανά δύο εβδομάδες
black and white γραπτώς
blandly τρυφερά, μαλακά
blankly με ανέκφραστο ύφος, κατηγορηματικώς
blatantly καταφωρά
blindfold στα τυφλά, απερίσκεπτα
blindly με κλειστά μάτια, ωχρότητα
blissfully μακαρίως
blubberingly με κλαψουρίσματα
bluntly νέτα, σκέτα
bodily σωματικώς, σωματικά
boisterously θορυβωδώς
boldly τολμηρά
boyishly παιδικώς
breath ways κατά πλάτος
breathlessly χωρίς διακοπή
breezily ζωηρώς, δροσερώς
briefly εν ολίγοις
brightly ζωηρά
briskly γοργώς, ζωηρώς
broadly γενικά
broadly speaking μιλώντας γενικά
broodingly σκεπτικώς
brought forward εκ μεταφοράς
by πλησίον, δίπλα, δια
by accident τυχαιώς
by air αεροπορικώς
by airmail αεροπορικώς
by analogy αναλογικώς
by bus με το λεωφορείο
by chance τυχόν
by common assent κατά γενική αναγνώριση
by contraries ανάποδα
by degrees βαθμιαία
by far ασυζητητί
by force με το ζόρι
by jingo σοβαρά
by mail ταχυδρομικώς
by name κατ’ όνομα
by night την νύχτα
by now ήδη, κιόλας
by phone τηλεφωνικώς
by plane αεροπορικώς
by sight εξ’ όψεως
by the time ώσπου
by then ήδη
by turns εκ περιτροπής
calculably υπολογίσιμα
calmly ήρεμα
capably ικανώς
capitally εξόχως
carefully προσεκτικά
carelessly απρόσεκτα
caressingly χαϊδευτικά
cash on delivery με αντικαταβολή
casually αδιάφορα, ανέμελα, τυχαία
catholically καθολικά
caustically σαρκαστικά, καυστικά
ceaselessly αδιάκοπα
ceremoniously επίσημα
certainly βεβαίως, βέβαια, ασφαλώς, μάλιστα, σίγουρα, φυσικά
changeably μεταβλητά
chaotically χαωδώς
characteristically χαρακτηριστικά
charitably φιλανθρωπικά
cheaply φτηνά
cheek by jowl κολλητά, κοντά κοντά
cheekily αναιδώς, με θρασύτητα
chemically χημικά
cherishingly λατρευτά
cherubically αγγελικά
chidingly επιπληκτικά
chiefly πρωτίστως, πρώτιστα, κυρίως
childish παιδαριωδώς
chromatically χρωματικά
chronically χρονίως
chronologically χρονολογικώς
chummily συντροφικώς
circumstantially κατά συμπέρασμα
classically κλασικώς
cleanly καθαρά
clear εντελώς, καθαρά
clearly φανερά, καθαρά, ολοφάνερα, σαφώς
clingy προσκολλητώς
clockwise κατά την φορά δείκτων ωρολογιού
clockwork ομαλά
close κοντά, πλησίον
close on σχεδόν
close set κοντά το ένα στο άλλο
closely προσεκτικά, στενά
clumsily δεξιά
clustery εν συμπλεγμάτι
coastwise κατά μήκος της παραλίας
coaxingly κολακευτικώς
coldly ψυχρά
combatively επιθετικά, μαχητικά
comfortably αναπαυτικά
comfortingly παρηγορητικώς
comically κωμικός
commandingly προστακτικώς, επιβλητικώς
commendably επαινετώς
commercially εμπορικώς
commonly χυδαία, συνήθως, κακόγουστα
companionably κοινωνικώς
comparably εν συγκρίσει
compatibly αρμονικώς
complacently με ικανοποίηση
complainingly παραπονετικά
completely εντελώς, ολότελα, τελείως
composedly ήρεμα
comprehensibly καταληπτώς
compressibly συμπιεστώς
compulsorily αναγκαστικώς
computably υπολογισίμως
concededly ομολογουμένως
concentrically ομοκεντρικώς
conclusively τελειωτικά
condescendingly συγκαταβατικά
conditionally υπό όρους
confessedly ομολογουμένως, κατ’ ίδια ομολογία
confident πεποιθώς
confidentially εμπιστευτικώς
confidently με βεβαιότητα, με σιγουριά
confoundedly τρομερά, πολύ
congenially ευχάριστα, ταιριαστά
congregational ιερατικώς
conically κωνικώς
conscientiously ευσυνειδήτως
conscionably ευσυνειδήτως
consciously ενσυνείδητα
consecutively διαδοχικά, συνέχεια, συνεχώς
consequently συνεπώς, άρα, επομένως, κατά συνέπεια
considerably πολύ, αρκετά, αρκούντως
consistently με συνέπεια, συνεχώς
consolingly παρηγορητικώς
constantly σταθερά, σταθερώς, συνεχώς
constitutionally συνταγματικώς, εξ ιδιοσυγκρασίας
contemptibly με καταφρόνηση
contemptuously περιφρονητικά
contentedly ευχαριστημένα
contextually κατά τα συμφραζόμενα
continually διαρκώς, συνεχώς
continuously αδιάκοπα, συνεχώς
contrariwise αντιθέτως, τουναντίον
contrary εναντία
contributory συμβάλλων
conveniently βολικά
conversely αντίστροφως
convincingly πειστικά
coolly ψυχρά
copiously αφθονώς
cordially εγκάρδια
corespondingly αντιστοίχως
correctly σωστά
corrigibly διορθωτώς
cosily αναπαυτικώς
cosmically κοσμικώς
counter to αντίθετα, ενάντια
courageously θαρραλέα
courteously ευγενικά
cowardly ανανδρώς
coyly ντροπαλά
cozily αναπαυτικώς
crabbedly δυστροπώς
craftily πονηρά, με πανουργία
cragged βραχώδης, κρημνώδης
crankily ιδιοτρόπως
crazily τρελώς, τρελά
credibly πιστευτώς
creditably αξιέπαινα, αξιοπίστως
credulously μωρόπιστα
crescendo αυξάνων τόνος
crisscross σταυροειδώς
critically επικριτικά, κρίσιμα, κρισίμως
crossly σκυθρωπώς, θυμωμένα
crosswise διαγωνίως, σταυροειδώς
crowded φίσκα
crucially κρίσιμα
cruelly ωμώς, σκληρά
crushingly εξουθενωτικά
crustily δυστροπώς, σκληρώς
culpably ενοχώς
curably θεραπευτώς
curiously περιέργως
cursorily ταχέως, τροχάδην
curtly συντόμως
customarily συνήθως
cynically κυνικά, κυνικώς
daily καθημερινά
daintily κομψά, ντελικάτα
damned τρομερά
dangerously επικίνδυνα
darkly σκοτεινά, απειλητικά
day after day μέρα με τη μέρα
day and night μερόνυχτο
day by day μέρα με τη μέρα
dazedly σαστισμένα, εν ζάλη
de facto πράγματι, στην πραγματικότητα, ντεφάκτο
deadly θανάσιμα
dearly στοργικά, ακριβά
deathly θανάσιμα
deceitfully δόλια
decently ευπρεπώς
deceptively απατηλά
decidedly οριστικά, αποφασιστικά, αναμφισβήτητα
decorously κόσμια
deeply βαθέως, βαθιά
deferentially με σεβασμό
defiantly προκλητικά
definitely ρητά, οριστικά
deftly επιδέξια
dejectedly αποθαρρυμένα, θλιμμένα
deliberately επίτηδες
delicately λεπτά, απαλά
deservedly δίκαια
designedly σκόπιμα
desperately απεγνωσμένα, απελπισμένα
despicably αξιοκαταφρόνητα
despondently αποθαρρυμένα, μελαγχολικά
deucedly διαβολεμένα, πολύ
deviously πλάγια
diametrically διαμετρικά
different αλλοιώτικα
differently διαφορετικά
directly κατευθείαν
disobligingly δυσάρεστα
disorderly άτακτα
disproportionately δυσανάλογα
dissolutely άσωτα
ditto όμοια
dizzily εν ζάλη
doubly διπλάσια, δίπλα
doubtless αναμφίβολα
down κάτω, χάμω
down on πάνω σε
downstairs κάτω πάτωμα
downtown κάτω στην πόλη
downwards προς τα κάτω
dreamily ονειρικά
drily στεγνά
drowsily υπναλέα
duly δεόντως
dutifully υπάκουα
eagerly διακαώς
earlier πρωτύτερα, αρχύτερα
early νωρίς, από νωρίς
earnestly ένθερμα, με ζέση
earthward προς την γη
ease ahead ήρεμα
easily εύκολα
easterly easterly
eastward ανατολικά
eastwards προς ανατολάς
ecstatically εκστατικά
edgeways με την κόψη εμπρός, πλάγια
edgewise με την κόψη εμπρός
effortless χωρίς προσπάθεια
else αλλιώς, αλλού
elsewhere κάπου αλλού, αλλού
emphatically εμφατικά
en route to καθ’ οδόν προς
enough αρκετά
entirely εντελώς, εξ ολόκληρου, ολότελα
equally εξίσου
erelong ενωρίς
erst προ πολλού, πρότερον
erstwhile πρότερον
especially ειδικά
et cetera και τα λοιπά
etc κτλ
even καν, ακόμη και, ομοίως
even after συνεχώς μετά
evenly εξ ίσου
eventually τελικά
ever πάντοτε, πάντα, καμιά φορά, ενίοτε
ever since ανέκαθεν
evermore αιώνια
every bit ακριβώς
every time πάντοτε
everyday κάθε μέρα, καθ’ έκαστην
everywhere παντού, πανταχού
ex πρώην, τέως
ex coupon άνευ μερίσματος
ex dividend άνευ μερίσματος
ex officio αυτοδικαίως
ex rights άνευ δικαιωμάτων
exactly ακριβώς
exceedingly σφόδρα, υπερβολικά, έπακρο
excellent άριστα
expressly ρητώς
extra περιπλέον
extremely επακρώς
fain προθυμώς, με χαρά
faineant πρόθυμα
faintly δίκαια, αρκούντως
fairly δίκαια, αρκούντως, αρκετά
faithfully πιστά
fantastically απίθανα
far μακριά, πολύ μακριά
far away αλάργα, ξέμακρα
faraway πολύ μακριά
farther μακρύτερα, περαιτέρω
farthest μακρύτατα
fashionably σύμφωνα με την μόδα
fast γρήγορα, με ταχύ ρυθμό
fatally μοιρολατρικά
fatuously βλακωδώς
feasibly κατορθωτά
feebly ασθενικά
figuratively εικονικά, μεταφορικά
finally εν τέλει, τελικά
fine ωραία
firmly σταθερά
first πρώτα
firstly πρώτα, πρώτο
five day week πενθήμερο
flatly ρητά, ρητώς, νέτα σκέτα
fleer περιγελώς
flexibly εύκαμπτα
fluently άνετα, φαρσί, άπταιστα, ευχαιρώς, τροχάδην
for as much as αφού
for ever για πάντα
for example για παράδειγμα
for good για πάντα
for nonce
for nothing τζάμπα
for rent νοικιάζεται
for sale προς πώληση
for six days για έξι μέρες
for sure στα σίγουρα
for the time being προς το παρόν
for your own sake για το καλό σου
forcibly βίαια
fore εμπρός
forever πάντα, διά πάντος
formerly προηγουμένως, πρωτύτερα
formidably φοβερά, τρομερά
forsooth αληθώς
forte δυνατά, φόρτε
forth έξω, εμπρός
forthwith αμέσως, πάραυτα
fortissimo πολύ δυνατά
fortnightly κατά δεκατετραήμερο
fortunately ευτυχώς
forward εμπρός, προς τα εμπρός
forwards εμπρός
frankly ειλικρινά
frantically μανιωδώς
fraternally αδελφικά
free δωρεάν, τζάμπα
freely ελευθερώς
frequently συχνά, τακτικά
from above άνωθεν
from afar από μακριά
from hand to mouth μεροδούλι μεροφάι
from there από εκεί
full ahead πρόσω ολοταχώς
full speed ολοταχώς
fully ολότελα, πλήρως
further μακρύτερα, περαιτέρω, μάλλον, ακόμη
furthermore επί πλέον, προσέτι
gaily ευθυμώς, επιδεικτικώς
generally γενικώς, γενικά
generically ως πρός το γένος
genetically γενετικά
gently ήσυχα, μαλακά, σιγά, ευγενικά, ελαφρώς
gigantically γιγαντιαία
gingerly πολύ προσεκτικά
gladly ευχαρίστως, μετά χαράς
gradually βαθμιαία, σταδιακά
graphically γραφικά
gratefully ευγνομονώς
greedily άπληστα
gropingly ψηλαφιστά
grossly χονδροειδώς
grudgingly δύστροπα
guiltily με ενοχές
gustily θυελλωδώς
gymnastically γυμναστικώς
habitably κατοικησίμως
half speed ahead πρόσω ημιταχώς
halfway στα μέσα του δρόμου
hand to hand χέρι με χέρι
hand to mouth απ’ το χέρι στο στόμα
handily επιδέξια, επιδεξίως
haply τυχαιώς
happily happily
hard δύσκολα, σκληρά, δυνατά
hardily στερεώς, τολμηρά
hastily βιαστικά
haughtily αλαζονικώς
head on με την κεφαλή εμπρός
heartily εγκάρδια, κατάκαρδα, εκ καρδιάς
heavily βαριά
hectically εκτικώς, εν εξάψει
helter-skelter φύρδην μίγδην
hence από τώρα
hence forward εφεξής, εις το εξής
here εδώ
hereabout εδώ πλησίο
hereafter εις το εξής, εφεξής
hereby διά τούτου, του παρόντος
hereditarily κληρονομικά
herein εν τούτω
hereinafter κατωτέρω
hereof εκ τούτου, περί τούτου
hereupon επί τούτου
heritably κληρονομησίμως
hermetically ερμητικώς
hierarchically ιεραρχικά
higgledy-piggledy φύρδην μίγδην, άνω κάτω
high ψηλά
high up in the sky μεσουρανά
highly υψηλά, μεγαλόπρεπα
hither προς τα εδώ
hitherto τέως
honestly τίμια
hotfoot βιαστικά
hourly καθ’ έκαστην ώραν
how πως
how much πόσος
however εν τούτοις, οπωσδήποτε
howsoever οπωσδήποτε
humanly ανθρωπινώς
hurriedly εσπευσμένα, βιαστικά
husband επιμελώς
huskily βραχνώς
hypnotically υπνωτικώς
ibidem αυτόθι, στον ίδιο τόπο
icily παγερά, ψυχρά
ideologically ιδεολογικά
idiomatically ιδιωματικά
idiotically βλακωδώς
idyllically ειδυλλιακά
ignobly αγενώς, ευτελώς
ill κακώς
illegally παράνομα
imaginably φανταστώς
immediately αμέσως
immensely πάρα πολύ
immovably ακινητώς
immutably αμετάβλητως
impenetrably αδιαπέραστα
imperishably αφθαρτώς
imploringly ικετευτικά
impoliticly ασύνετα, απρεπώς
impossibly ακατορθωτώς
impracticably ακατόρθωτα
impregnably απόρθητα, απορθητώς
in a hurry άρον άρον, τροχάδην
in a jiff(y) στο άψε σβήσε
in a minute σε ένα λεπτό
in a sort μέχρι ενός σημείου
in absentia ερήμην
in abundance σε αφθονία
in accordance συμφωνώς
in accordance with συμφωνώς προς
in actual fact στην πραγματικότητα
in addition εξάλλου
in addition to εκτός από, επιπροσθέτως, επιπρόσθετα
in advance εκ των προτέρων, προκαταβολικά
in anticipation εκ των προτέρων
in any case πάντως, εν πάσει περιπτώσει
in arrear εν καθυστερήσει
in arrears στα καθυστερούμενα
in between ανάμεσος
in bondage αλύτρωτος
in brief εν συντομία
in bulk μαζικώς, χοντρικώς
in camera κεκλεισμένων των θυρών
in cash μετρητοίς
in details με λεπτομέρειες
in fact όντως, πραγματικώς
in great numbers σωρηδόν
in groups ομαδικά
in half a shake στο πι και φι
in hand στο χέρι
in heaps σωρηδόν
in memorial εις μνήμη
in memoriam εις μνήμην
in mid winder στα μέσα του χειμώνα
in oil λαδερά
in particular προπαντός
in person προσωπικά
in preference to κατά προτίμηση
in print στον τύπο
in retrospect εκ των υστέρων
in secret κρυφά
in series στη σειρά
in short εν συντομία
in straits στενόχωρα
in sum εν ολίγοις
in the abstract αφηρημένα, θεωρητικά
in the air σε κυκλοφορία
in the old days τον παλιό καιρό
in the ordinary way συνήθως
in the past άλλοτε
in the same way παρομοίως, παρόμοια
in the sequel εν συνέχεια
in this way τοιουτοτροπώς
in three days αντιμεθαύριο
in time εγκαίρως
in toto εντελώς
in vain ανώφελα
inappreciably ανυπολόγιστα
incessantly ακατάπαυστα
inchmeal ολίγο κατ’ ολίγο
incidentally τυχαία
incommensurably απαράβλητα, ασύνκριτα
inconceivably ακατάληπτα
incontrovertibly αναμφισβητήτως
inconvertibly αμετάτρεπτα
increasingly όλο και περισσότερο
incurably ανίατα
indeed πράγματι, αληθώς
indefinably απροσδιορίστως
indeterminably αορίστως
indispensably απαραίτητα
indisputably ασυζητητί, αναμφισβήτητα
indolently νωχελικώς, νωχελικά
indomitably αδαμαστώς
indoors εν τη οικία, εντός κτίριου
ineffectually άνευ αποτελέσματος
ineradicably ανεκριζωτώς
inescapably αναποφευκτώς
inevitably αναπόφευκτα
inexorably αδυσωπητώς
inexpressibly ανέκφραστα
inextricably άλυτα
infallibly αλαθητώς
infracostal κάτω των πλευρών
initially αρχικά
inly εσωτερικώς
innumerably αναριθμητώς
insensibly ανεπαίσθητως
inseparably αχώριστα
inshore παρά την παραλία
inside απομέσα, εντός, μέσα
insomuch εφόσον, μέχρι του σημείου
instantaneously ακαριαία, στιγμιαία
instantly εις την στιγμή, πάραυτα, στη στιγμή
instead αντί, αντί αυτού, εις αντικατάσταση, σε αντικατάσταση
insuperably ανυπερβλητώς
insupportably ανυποφορώς
insurmountably ανυπέρβλητα
insusceptibly ανεπίδεκτως
intangibly αψηλάφητως
intelligibly κατάληπτα
intently προσεκτικώς
intercostal μεταξύ των πλευρών
interestingly με ενδιαφέρο
interminably χωρίς τέλος
intilerably αφορητώς
invariably κατά κανόνα, μόνιμα
inveigh σφοδρά
invisibly αορατώς
invulnerably άτρωτα
inward προς τα μέσα
inwardly ενδομύχως
inwards προς τα μέσα
ipso facto αυτομάτως, εκ του γεγονότος τούτου, δι’ αυτού του γεγονότος
ironically ειρωνικά
irredeemably αλυτρωτώς
irrefragably αναντιρρητώς
irremediably ανεπανόρθωτως, ανίατα
irrepressibly ακρατήτως
irrespective of ανεξάρτητα από
irresponsibly ανευθυνώς
irreversibly αμετάτρεπτα
irrevocably αμετάκλητα
jauntily καμαρωτά, ξένοιαστα, κεφάτα
jeeringly χλευαστικά
jerkily απότομα
jestingly αστεία, ειρωνικά
jocular παιγνιώδης
jointly από κοινού, ομού
jovially πρόσχαρα, χαρωπά
jubilantly θριαμβευτικά
judicially δικαστικά, δίκαια
judiciously γνωστικά, φρόνιμα
juristically νομολογικά
just απλώς, κυριολεκτικά, μόλις, μόνο και μόνο
just about κάπως, κάπου, σχεδόν
just after Easter μετά το Πάσχα, ξώλαμπρα
just as όπως
just now αυτή τη στιγμή, μόλις τώρα
just the same παρ’ όλα αυτά
justifiably δικαιολογημένα, ευλογώς
kaleidoscopically καλειδοσκοπικά
keenly δυνατά, έντονα, πάρα πολύ
kernelness χωρίς πυρήνα
kindly προσηνά, ευγενώς
knee deep έως τα γόνατα, μέχρι τα γόνατα
knee high μέχρι τα γόνατα
knotty οζώδης
knowingly εν γνώσει, ενσυνειδητά, εσκεμμένα, με σημασία, πονηρά, σκόπιμα, επιστάμενα
landward προς την ξηρά
lang syne προ πολού
largely ευρεώς, μεγάλα
largo βραδύς, αργά
last night χτές βράδυ
last year πέρυσι
lastly εν τέλει
late αργά
lately προσφάτως, εσχάτως, πρόσφατα
later αργότερα, ύστερα
latish κάπως βραδύς
latterly εσχάτως
laughably γελοιώς, γελειωδώς
lazily οκνηρώς
learnedly σοφά
least ελάχιστα
leeringly καχύποπτα
left-hand αριστερά
legato απαλά
leisurely βραδέως
lengthways κατά μήκος
lengthwise κατά μήκος
leniently επιεικώς
lento βραδέως
less μείον, ολιγώτερα
lethargically ληθαργικώς
lief ευχαρίστως
liege προθυμώς
lieu in αντί
lightly αβασάνιστα
like καθώς
like this τοιουτοτροπώς
likewise επίσης, όμοιος, παρομοίως
linguistically γλωσσολογικώς
literatim γράμμα με γράμμα, κατά γράμμα
lithographically λιθογραφικά
little ολιγώς, ολίγο, λίγο
lively ζωηρώς
loftily υψηλώς
lonelily μονηρώς
loner μοναχικώς
long επί μάκρον
long ago προ πολλού
longer μακρότερα, περισσότερα
longways κατά μήκος
longwise κατά μήκος
loudly δυνατά
lousily βρωμερά
lovably αξιεραστώς
lowly ταπεινώς
luckily ευτυχώς
lumpilly αδεξίως, χονδρώς
lunatically παραφρονώς, τρελλώς
lustily σφριγηλώς, ευρωστώς
lyrically λυρικώς
magically μαγικά
mainly κυρίως
majestically μεγαλόπρεπα
manageably ευχείριστα
maniacally μανιακά
manifold πολλαπλούς
many times πολλές φορές
markily σκοτεινά, ζοφερώς
materialistcally υλιστικά
materially υλικά
maybe ίσως, μήπως, πιθανώς
meaningly με σημασία
meanly ευτελώς, μικροπρεπώς
meantime εν τω μεταξύ, στο μεταξύ
mechanically μηχανικά
melancholically μελαγχολικά
melodically μελωδικά
menacingly απειλητικά
mentally διανοητικά, νοερά
mercilessly αλύπητα, ανηλεώς
mere μόνο, ουδέν άλλο, παρά
merely απλώς
merilly φαιδρώς
methodically μεθοδικά
mezzo μάτρια
mid στα μέσα
mid sea στα μέσα της θάλασσας
midway στα μισά του δρόμου
mightily ισχυρά, δυνατά
militaristically στρατοκρατικά
mimetically μιμητικά
minutely λεπτομερώς
miserably άθλιως
mistically μυστικά
mistily ομιχλωδώς, ασαφώς
momentarily προς στιγμή
momently στιγμιαία, κάθε στιγμή
monastically μοναστικά, μοναχικά
monetarily χρηματικά
monosyllabically μονοσύλλαβα
monotheistically μονοθεϊστικά
monotonously μονότονα
monthly κατά μήνα
moodily δύστροπα
more περισσότερο, πιό, παραπάνω, πλέον, μάλλον, ακόμη
moreover εξάλλου, εκτός τούτου, επί πλέον
morganatically μοργανατικώς
most μάλλον, πλέον
mostly κυρίως, ως επί το πλείστον
much πολύ
much about πάνω-κάτω
musingly ρεμβαστικά
must πρέπει, οφείλω
mutably ευμετάβλητα
naggingly με γκρίνια, γκρινιαρικά
naively απλοϊκά, αφελώς
nakedly γυμνά
namely ονομαστικά, δηλαδή, ήτοι
narrowly στενά, μόλις, επισταμένως
nastily ρυπαρώς
natant επιπλέων
nationalistically εθνικιστικώς
nationwide σε όλη την επικράτεια
nattily σβέλτα, ωραία, κομψά
naturally φυσικά, απλά
naughtily κακώς
nay μάλλον
near πλησίον, εγγύς, σχεδόν
nearby πλησίον
nearly πλησίον, σχεδόν
neatly νοικοκυρεμένα, απλά, έξυπνα
necessarily αναγκαίως, κατ’ ανάγκη
needs υποχρεωτικά, απαραίτητα, αναγκαία
nervously με νευρικότητα, νευρικά
net καθαρά
nether κάτω
never ποτέ, ουδέποτε
never more ποτέ πια
newly πρόσφατα, νεωστί
next day επόμενη μέρα
next door σε διπλανό σπίτι
next week από βδομάδα
next year προσεχές έτος, του χρόνου
nicely πολύ καλά, ωραία, όμορφα
nigh σχεδόν, πλησίον
night after night πολλές νύχτες συνέχεια
nightly κάθε βράδυ, κάθε νύχτα
nimbly εύστροφα
no όχι, ουχί
no better than όχι καλύτερος από
no longer πια
no more όχι άλλο
no/without doubt χωρίς αμφιβολία
nobly ευγενώς, ευγενικά, υπέροχα, μεγαλόψυχα, αρχοντικά
nohow καθόλου, με κανέναν τρόπο
noiselessly αθόρυβα
noisily θορυβωδώς
nomadically νομαδικά
nominally ονομαστικά
non μη, όχι
none ουδόλως, καθόλου
none too soon καθόλου νωρίς
nonstop χωρίς σταθμό
nope όχι
normally κανονικά, ομαλά
northeastward προς βορρά
northerly βορείως
northwards προς βορρά
nostalgically νοσταλγικά, νοσταλγικώς
not δεν, όχι, μη
not a bit καθόλου
not at all καθόλου, διόλου
not but what ωστόσο
not by a long shot ούτε στην καλύτερη περίπτωση
not in the slightest καθόλου
not nearly καθόλου
not so much as ούτε καν
not that όχι πως
not yet όχι ακόμη
notably ιδιαίτερα, σημαντικά, αξιόλογα, ιδιαιτερώς, ειδικά
notarize συμβολαιογραφικώς
noticeably αισθητώς
now τώρα, τώρα λοιπόν, όμως, λοιπόν
nowadays επί των ημέρων μας, στον καιρό μας, στην εποχή μας
noway με κανέναν τρόπο, ουδόλως
nowhere ουδαμού, πουθενά
nowise με κανέναν τρόπο
numerically αριθμητικά
obeyingly ευπειθώς
objectionably άσχημα, άπρεπα
obligingly υποχρεωτικά
obscenely αισχρά
obstetrically μαιευτικώς
obviously προφανώς
occasionally σποραδικά, ενίοτε
octuply οκταπλάσια
oddly παράδοξα
odorously ευοσμώς
odorousness ευοσμία
of course φυσικά, βεβαίως, βέβαια
off μακριά από
off beat αλλοιώτικα
off street σε πλαϊνό δρόμο
officially επίσημα
officious ενοχλητικά
officiously ενοχλητικά
offshore κοντά στη στεριά
often συχνά, πολλάκις, τακτικά
oftentimes συχνά, πολλάκις, τακτικά
ominously απαίσια
on κατά συνέχεια
on account επί πίστωση
on account of εξαιτίας
on active service στην ενέργεια
on all sides ολόγυρα
on behalf εκ μέρους
on foot με τα πόδια
on leave συνταξιούχος
on purpose επίτηδες, εξεπίτηδες
on shipboard επί του πλοίου
on that score γι’ αυτό τον λόγο
on the contrary τουναντίον, απεναντίας
on the dot την ακριβή στιγμή
on the ground χάμω, καταγής, κατάχαμα
on the one hand αφ’ ενός
on the other hand αφ’ ετέρου
on the other side αντίπερα, έναντι
on the same day αυθημερόν
on the side επιπλέον
on the spot επί τόπου
on the tapis επί τάπητας
on these terms υπ’ αυτούς τους όρους
once άπαξ, μια φορά, άλλοτε, κάποτε
once more άλλη μιά φορά
once upon a time μια φορά κι έναν καιρό
one after another ο ένας μετά τον άλλον
one and a half μιάμιση
one and all όλοι
one at a time ένας-ένας
one by one ένας-ένας
one more time άλλη μιά φορά
onetime μια φορά, κάποτε πριν
only μόνο
only too πάρα πολύ
onshore προς την ακτή, στην παραλίαν
onward προς τα εμπρός
onwards εμπρός
openly φανερά
operatically μελοδραματικά
opportunistically καιροσκοπικά
optically οπτικά
optimistically αισιοδοξώς
optionally προαιρετικά
opus so περίπου
oracular χρησμοειδής
orally προφορικά, στοματικώς
ordinarily συνήθως
organically οργανικά
orgiastically οργιαστικά
originally αρχικά
orthodoxly ορθόδοξα
orthographically ορθογραφικά
ostensibly φαινομενικά, δήθεν
other day προάλλες
otherwise αλλιώς, αλλιώτικα
out έξω, απέξω
out of action εκτός ενέργειας
out of court εξώδικα
out of the way παράμερα
outboard έξω του σκάφους
outdoors έξω
outright μονομιάς, ξάστερα, αμέσως, εντελώς, ευθύς
outside απέξω, έξω, εκτός
outward προς τα έξω
outwardly εξωτερικά, προς τα έξω
outwards εξωτερικά, προς τα έξω
over αποπάνω, υπεράνω, πάρα πολύ, πλέον
over again ξανά
over and above εκτός από, επί πλέον
over there εκεί πέρα
overall πέρα πέρα, ολοσχερώς
overbearingly αγερωχώς
overland διά ξηράς
overleaf όπισθεν
overly υπερβολικά
overmuch παραπολύ
overnight αποβραδίς, παρελθούσα νύκτα, τη νύχτα
overtime μετά τις κανονικές ώρες
overwhelmingly υπερβολικά
pacifically ειρηνικώς
palatably νοστιμώς, ευγεύστως
paltrily μηδαμινώς, οικτρά
panegyrically πανηγυρικώς
panoramically πανοραματικώς
par excellence κατεξοχήν
parabolically παραβολικώς
paradoxically παραδοξώς
parasitically παρασιτικώς
pardonably συγχωρητώς
parenthetically παρενθετικά
particularly ιδιαιτερώς, λεπτομερώς
partly μερικώς, εν μέρει
passably υποφερτώς
past πέραν
pat στην στιγμήν, αρμοδίως, επικαίρως
patently φανερώς, ολοφάνερα
paternalistically πατριαρχικώς
pathetically οικτρώς
pathologically παθολογικώς
patiently υπομονετικώς
patriarchically πατριαρχικώς
patriotically πατριωτικώς
patronizingly προστατευτικώς
peaceably φιλησύχως, ειρηνικώς
pecuniarily χρηματικώς
pedagogically παιδαγωγικώς
pedantically σχολαστικώς
peduncular μισχοειδής, μισχικός
penetrably διαπερατώς
peppily ζωηρώς
per annum κατ’ έτος
per capita κατ’ άτομον
per cent τοις εκατό
per diem καθ’ ημέραν
per se καθ’ εαυτόν
peradventure κατά τύχη, ίσως
perceivably αντιληπτώς
perceptibly αισθητώς, νοητώς
perchance ενδεχομένως, κατά τύχη
peremptorily αυταρχικά, αυθαιρετώς, τελικώς
perennially διαρκώς, από έτους εις έτος, μόνιμα, παντοτινά
perfectly φαρσί, τέλεια, τελείως
perforce κατ’ ανάγκη, αναγκαστικά
perfunctorily επιπόλαια, βιαστικά, τυπικά, απρόθυμως
perhaps ίσως, πιθανόν
perimetrically περιμετρικώς
periodically περιοδικώς, περιοδικά
perkilly ζωηρώς
permanently μόνιμα
permeably διαπερατώς
permissibly επιτρεπτώς
perniciously ολεθριώς
perpetually διαρκώς
perplexedly εν αμηχανία
perseveringly επιμονώς
persistently επιμονώς
personally προσωπικά
perspectively προοπτικώς
pertinently αρμοδίως
pertly θρασέως
pessimistically απαισιοδόξως
pettily μικροπρεπώς
pharisaically φαρισαϊκώς
pharmaceutically φαρμακευτικώς
philanthropically φιλανθρωπικώς
philosophically φιλοσοφικώς
phlegmatically φλεγματικώς
phonetically φωνητικώς, φωνολογικώς
phonographically φωνογραφικώς
phonologically φωνολογικώς
photographically φωτογραφικώς
phrenetically φρενητικώς, φρενητιωδώς
physically φυσικώς, σωματικώς
physiognomically φυσιογνωμικά
physiologically φυσιολογικώς
pianissimo πολύ σιγά
piano άνω σιγά
pickaback επί των ωμών
pickle εντός άλμης
pictographically εικονογραφικώς
picturesquely γραφικώς
piggish γουρουνοειδής
piggyback επί της ράχεως
piously ευσεβώς, θεοσεβώς
pipsquantly δριμέως
piratically πειρατικώς, ληστρικώς
pithily σθεναρώς
pitiably οικτρώς
pitifully οικτρώς
pitilessly ασπλάχνως
pityingly οικτιρμόνως
placably συμβιβαστικώς
placidly ήρεμα
plagiaristically λογοκλοπικώς
plaguily ενοχλητικά, προκλητικά
plainly ξάστερα, σαφώς, ευκρινώς, απλώς
Platonically πλατωνικώς
pleadingly παρακλητικά
pleasantly τερπνώς
poetically ποιητικά
poorly πτωχώς
positively ορισμένως, θετικώς
possibly πιθανόν, πιθανώς
post haste ολοταχώς
post meridiem μετά μεσημβρίας
postmortem μετά θάνατον
postnatal μετά την γέννησιν
poutingly κατσούφικα
practicably κατορθωτώς, δυνατώς
practically πρακτικώς, πρακτικά
pragmatically πρακτικώς, θετικώς
precariously αβεβαίως
precipitously αποτόμως, με ορμήν
precisely ακριβώς
prefatorily προοιμιακώς
preferably κατά προτίμηση
prehistorically προϊστορικώς
preliminarily προκαταρκτικώς
preliminary προκαταρτικά
premonitorily προειδοποιητικώς
preparatorily προετοιμαστικώς
preponderatingly υπερισχυτικώς
presentably παρουσιασίμως
presently αμέσως, σύντομα, επί του παρόντος
pressingly εν βία, επειγόντως
prestissimo πολύ γρήγορα
presto ταχέως, γρήγορα
presumably υποθετικώς, πιθανώς
presumedly υποθετικώς
prettily κομψώς, ωραία, χαριτωμένα
pretty αρκετά
pretty much περίπου
previous to πριν
previously προηγουμένως, προτού, πρωτύτερα
prima facie εκ πρώτης όψεως
primarily πρωτίστως, αρχικά
primely έξοχα
primly με τυπικότητα
principally κυρίως, αρχικώς
prior πριν
prismatically πρισματικώς
privately ιδιαιτερώς, κατ’ ιδίαν
privily μυστικώς, ιδιαιτερώς
pro rata κατ’ αναλογία, αναλογικά
probably πιθανώς, πιθανά
problematically προβληματικώς
prodigally ασώτως, με σπατάλην
prodigiously θαυμασίως, τεραστίως
professedly ομολογουμένως, κατ’ ιδίαν, δήθεν
professionally επιστημονικώς, επαγγελματικώς
profitably επικερδώς
proforma για τον τύπο
profoundly κατά βάθος, εμβριθώς, βαθέως
profusely δαψιλώς
prolifically ευκάρπως, γονίμως
promiscuous like χωρίς λόγο
promptly προθυμώς, ταχέως
pronto γρήγορα
properly δεόντως, καταλλήλως
prophetically προφητικώς
prophylactically προφυλακτικώς
proportional αναλογικά
proportionally αναλογώς
prosaically πεζώς
prosily πεζώς, μονοτόνως
protem προσωρινώς
protestingly με διαμαρτυρίας
proudly με καμάρι
provably αποδεικτώς
providential εκ θείας πρόνοιας
provisionally προσωρινά
prudently φρόνιμα
pryingly αδιάκριτα, περιέργως
psychically ψυχικώς
publicly δημοσίως
purely καθαρώς, αγνώς
purposely σκοπίμως
pursuant σύμφωνως, σύμφωνα
quadrennially κατά τετραετίαν
quaintly παραδοξώς
quakily τρομωδώς
queasily με αναγούλαν
queerly παραδοξώς
questionably αμφισβητησίμως
quick γρήγορα, ταχέως
quickly ταχέως, γρήγορα
quiet ήσυχα
quietly ήσυχα
quite εντελώς, όλως, μάλλον, πράγματι, αρκετά
quits ίσα ίσα
quotably αναφερτώς
racily νοστιμώς, ζωηρώς
raggedly τραχέως
rantingly αλαζονικώς, ανοητώς
rapidly αλματωδώς, ραγδαία, ταχέως, γοργά
rarely σπανίως
rascally αχρείως
rashly απερισκέπτως, ακρίτως
ratably εκτιμητώς
rather προτιμότερο, κάλλιο, κάπως, μάλλον
rawly ωμώς, αγροικώς
readably ευαναγνώστως
readily ετοίμως, πρόθυμα, προθυμώς
realistically πραγματικά
really πραγματικά, όντως
rear wards προς τα πίσω
rearward προς τα οπίσω
reasonably λογικώς
rebukingly επιπληκτικώς, επιτιμητικά
recently πρόσφατα
recognizably ευδιακρίτως, αναγνώριστα
reconcilably συμβιβαστά
redoubtably φοβερά
reducibly ελαττωσίμως
refractorily πεισμόνως
regrettably λυπηρώς, ατυχώς
regularly μόνιμα, τακτικά
rejoicingly με χαράν
reliably αξιοπίστως, με εμπιστοσύνη, υπευθυνώς
reliant πεποιθώς
remarkably αξιοσημειώτως, σημαντικά
remediably θεραπευσίμως
remorselessly άσπλαχνα
remotely μακρόθεν, ελάχιστα
removably μετακινήτως
renewedly επανειλημμένως
repairably επανορθωτώς
repeatedly επανειλημμένως, επανειλημμένα
repentantingly εν μετάνοια
repentantly εν μετάνοια
reprehensibly αξιομέμπτως
reproachful επιπληκτικώς
reproachfully επιπληκτικώς
reproachingly επιπληκτικώς
reprovingly επιπληκτικώς, αποδοκιμαστικά
reputably ευυπολήπτως
reputedly υποθετικώς, ως νομίζεται
reservedly επιφυλακτικώς
resignedly παθητικά
resistless χωρίς αντίσταση
resoundingly ηχηρώς
respectably καθώς πρέπει, σεβαστώς
respectfully με σεβασμό, ευσεβάστως
respectively κατ’ ακολουθίαν, σχετικώς
responsibly υπευθυνώς, αξιοπίστως
restfully ήρεμα
revengefully εκδικητικά
richly πλουσίως
ridicule περιγελώς
ridiculously γελοία
right ορθώς, κατ’ ευθείαν, ίσια
right away αμέσως
right in the chest κατάστηθα
right in the eyes κατάματα
right on the chest κατάστηθα
rightly ορθά
rigidly αλύγιστα
riskily επικινδύνως
ritualistically τελετουργικώς
rivose ατακτώς
romantically ρωμαντικώς
rootless rootless
rosily ροδίνως, αισιοδοξώς
roughly βάναυσως, τραχέως
round ολόγυρα, πέριξ, γύρω
round the clock όλη μέρα
roundly στρογγυλώς, απεριφράστως, πλήρως
rowdily θορυβωδώς, ταραχωδώς
royally βασιλικώς
rustically αγροτικώς, απλώς
sacredly ιερώς
sadistically σαδιστικώς
salably πωλητώς
salutarily ωφελίμως
sanely σωφρονώς
sanguinarily αιμοχαρώς
sanguinly με αισιοδοξία
sarcastically σαρκαστικά
sardonically σαρδονικώς, ειρωνικώς
satanically σατανικώς
satiably κορεσίμως
satirically σατυρικώς
satisfactorily ικανοποιητικά, ικανοποιητικώς
satisfyingly ικανοποιητικώς
savorily γευστικά, νοστιμώς
savourily γευστικά
scantily γλισχρώς, ανεπαρκώς
scanty ανεπαρκώς, μόλις
scarcely σπανίως, μόλις
scathingly δριμέως, δηκτικώς
scenically σκηνικώς
schematically παραστατικά, σχηματικώς
schismatically σχισματικώς
scholastically σχολικώς, ακαδημαϊκώς
scientifically επιστημονικώς
scilicet ονομαστί, δηλαδή
scoffingly χλευαστικώς
scoldingly επιπληκτικώς
scowlingly σκυθρωπώς, βλοσυρώς
scrappily κομματιαστά
scrimpily ανεπαρκώς
scurvily άτιμα, χυδαιώς
searchingly ερευνητικώς
seasonably επικαίρως
seatwards προς την θάλασσαν
secondarily δευτερευόντως
secondly δεύτερο, κατά δεύτερο λόγο
secretly κρυφά, μυστικά
securely ασφαλώς
sedentarily καθιστικώς
seedily άθλια
seemingly φαινομενικώς
seldom σπανίως, σπάνια
selectman προεστώς
self-compacently αυτάρεσκα
selfishly ιδιοτελώς
semiannually καθ’ εξάμηνον
sensibly αισθητώς, συνετώς
separately χωριστά, χώρια
serenely ήρεμα
serially σε συνέχειες
seriatim διαδοχικά, κατά σειράν
seriocomically κωμικοσοβαρώς
seriously σοβαρά, σοβαρώς
serviceably χρησιμώς
severally ιδιαιτερώς
severaly χωριστά
severely αυστηρώς
shabbily πτωχώς
shadily σκοτεινώς, σκιερώς
shadowily σκιερώς
shaggily δασέως
shakily ακροσφαλώς, τρεμάμενα
shamefully αισχρώς
shamelessly αναισχύντως
sharp ακριβώς
sheepishly δειλώς, ντροπαλά, ηλιθίως
sheer εντελώς
shiftily ευστρόφως
shilly-shally διστακτικώς
shily δειλώς
shipshape εν τάξει
shoreward προς την παραλίαν
shortly εντός ολίγου, βραχέως, συντόμως, εν συντομία, προσεχώς, σύντομα
shoulder to shoulder πλάι πλάι
showily επιδεικτικώς, με επίδειξη
shrewdly έξυπνα
shudderingly φρικιαστικώς
shyly δειλώς, εντροπαλά
sic ούτω
sickeningly αηδώς
side by side πλάι πλάι
sidelong πλαγίως
sideward προς τα πλάγια
sideway πλαγίως, λοξώς
sideways πλαγίως, λοξώς
sighingly με αναστεναγμούς
signally σημαντικώς, περιφάνως
silently σιωπηλώς, σιωπηλά
silhouette σκιαγραφικώς
sillily ανοητώς, ανόητα
similarly ομοίως, παρομοίως
simply απλώς, απλά, απλούστατα, μόνο
simultaneously συγχρόνως, ταυτοχρόνως
since από τότε, έκτοτε
sincerely ειλικρινώς, ειλικρινά
sine die επ’ αόριστον
single-handed με το ένα χέρι
singly χωριστά, ένας-ένας
sizably ευμεγεθώς
skeptically δυσπιστώς
skillfully επιδεξίως
skulkingly λαθραίως
sky high στα ουράνια
skyward προς τον ουρανό
slantingly πλαγίως
slantwise λοξώς, επικλινώς
slap bang βίαια
slatternly άκομψα
sleepily νυσταγμένα, νυσταλέως
slightingly προσβλητικά, ανοικείως
slightly ελαφρώς, λίγο
slily πανουργώς
slinkingly λάθρα, κρυφά
sloppily ατακτώς, ατημέλητα, ρυπαρώς
sloughily αδεξίως, σκυφτά
slowly αργά, σιγά
slyly πανουργώς, πονηρώς
smack αμέσως, έξαφνα
smiling χαμογελαστά
smilingly με μειδίαμα
smuttily αισχρώς, πρόστυχα, ρυπαρώς
snakily δολιώς, υπουλώς
snappily ζωηρώς
sneakily υπουλώς
sneeringly χλευαστικώς, εμπαικτικώς
snootily υπεροπτικά
so ούτω, έτσι, λοιπόν
so called δήθεν
so far μέχρι εδώ
so great τόσος
so much τόσο
so much so that σε τέτοιο σημείο
so much the better τόσο το καλύτερο
so that ώστε
so what και λοιπόν
so-and-so έτσι κ’ έτσι
sob bingly με λυγμούς
sobly με λυγμούς
sociably κοινωνικώς
soever οπωσδήποτε
solecistically σολοικώς
solely μόνο
solitarily μοναχικά, μονηρώς
solubly ευλυτώς, ευδιαλυτώς
somatically σωματικώς
somberly ζοφερώς
some περίπου
someday κάποια μέρα
somehow οπωσδήποτε, κάπως
somehow or other ούτως η άλλως
someplace κάπου
sometime κάποτε
sometimes ενίοτε, κάπου κάπου, μερικές φορές, πότε πότε
someway οπωσδήποτε
somewhat κάπως
somewhere κάπου
soon σύντομα, ταχέως, νωρίς, γρήγορα, προσεχώς
sooner νωρίτερα, μάλλον, ταχύτερα, γρηγορότερα
soothingly πραϋντικώς, μαλακτικώς
sophistically σοφιστικώς
sorely οδυνηρώς
sorrily λυπηρώς
sorrowfully θλιμμένα
sotto voce χαμηλόφωνα
southeastwards νοτιοανατολικά
southerly νότια
southward προς νότο
southwards προς νότο
sparingly με οικονομία, με φειδώ
sparsely αραιώς
spasmodically σπασμωδικά
spastically σπαστικώς
speakably ομιλητώς
specially ειδικώς
specifically ειδικά
spectroscopically φασματοσκοπικώς
speedily ταχέως
spherically σφαιρικώς
spicily ζωηρώς, τσουχτερά
splenetically σπληνικώς, δυστροπώς
sporadically σποραδικά
spotlessly άψογα
spryly ζωηρώς, ευκινήτως
sputteringly σαλιαριστά
squarely τετραγωνικώς
squintingly αλοιθωρικώς
stably σταθερώς
staggeringly ιλιγγιωδώς, ζαλιστικώς
stagily θεατρινίστικα
stannic τετρασθενώς
staringly ατενώς
stark εντελώς
startlingly καταπληκτικώς
stated δηλωθείς
statically στατικώς
statistically στατιστικά
steadily σταθερά
stealthily κρυφίως, λάθρα
stenographically στενογραφικώς
step by step βήμα βήμα
stet ας μείνει ως έχει
stickily κολλητικώς
still ακόμη, όμως
stilly ήρεμα
stingily φιλάργυρως
stoically στωικώς
stonily λιθωδώς, σκληρώς
stoopingly σκυφτά
stormily θυελλωδώς
straight απευθείας, ίσια, ίσα ίσα, κατ’ ευθείαν, παρευθύς
straight away κατ’ ευθείαν, αμέσως
straight out αδίστακτα
strange to say κατά περίεργο τρόπο
strangely παραδοξώς
strategical στρατηγικώς
strategically στρατηγικώς
strictly αυστηρά
strikingly κτυπητά, καταπληκτικώς
stringed με χόρδας
strivingly πάση δύναμει
strongly δυνατά
strugglingly με κόπο, με δυσκολία
stubbornly με πείσμα
stunningly ζαλιστικώς, εκπληκτικώς
sturdily δυνατά, γερά, στερεώς
stutteringly με τραύλισμα
stylistically λογοτεχνικώς
sub rosa στα κρυφά
subsequently ακολούθως, μεταγενέστερα
subtly λεπτώς, ευφυώς
subtopia ομοιόμορφα
successfully επιτυχώς
successively διαδοχικώς
succinctly ευκρινώς
suddenly αιφνίδια, αίφνης, έξαφνα, ξαφνικά
sufferably υποφερτώς, υποφερτά
sufficiently επαρκώς, αρκετά
suffocatingly ασφυκτικά
suitably καταλλήλως
summarily περιληπτικά, συνοπτικώς
sumptuously πολυτελώς
sunward προς τον ήλιο
superannuated υπεργηρώς
superstitiously προληπτικώς
supine ανάσκελα
supinely νωχελώς, ανάσκελα
supplementarily συμπληρωματικώς
supplicatingly ικετευτικώς
supportably υποφερτώς
supposably υποθετώς
supposedly τάχα, υποθετικώς
supposing ας υποθέσουμε
sure βέβαια
sure enough πράγματι
surely βεβαίως, ασφαλώς
surlily απότομα, σκυθρωπώς
surprisingly εκπληκτικά
surreptitiously κρυφίως, λάθρα
susceptibly επιδεκτικά
swaggeringly αλαζονικώς
sweatily με ιδρώτα
sweepingly σαρωτικά, πέρα πέρα
swiftly ταχέως
swimmingly περίφημα, ευκολώς
swingingly λικνιστικώς, κουνητά
sybaritically συβαριτικώς εν χλιδή
sycophantically ψευτοκολακευτικώς
syllabically συλλαβικώς
syllogistically συλλογιστικώς
symbolically συμβολικώς
symmetrically συμμετρικώς
sympathetically συμπαθητικώς
symphonically συμφωνικώς
symptomatically συμπτωματικώς
synchronistically συγχρονιστικώς
syne πριν, από τότε
synoptically συνοπτικώς
syntactically συντακτικώς
synthetically συνθετικώς
systematically συστηματικώς
tax included με το φόρο
teetotal εντελώς εγκρατής
telescopically τηλεσκοπικώς
temporarily προσωρινά
temptingly δελεαστικώς
tenably διατηρήτως, συγκρατητώς
tenderly τρυφερώς
tensibly εντάτως
terminably τερματιστώς
terminally τριμηνιαίως
terribly τρομερά, φοβερά
terrifically τρομερά, τρομακτικώς, φοβερά
tersely λακωνικά
testily δυστροπώς, οργιλώς
tete a tete εμπιστευτικά, κατ’ ιδίαν
thankfully ευγνομονώς
thanklessly αγνωμονώς
that τόσο
that way από εκεί
the day after tomorrow μεθαύριο
the day before yesterday προχθές
the time being επί του παρόντος
the year before last προπέρσι
thematically θεματικώς
then τότε, λοιπόν, έπειτα
thence εκείθεν, εντεύθεν, έκτοτε, κατόπιν
thence forward έκτοτε
thenceforth έκτοτε
theocratically θεοκρατικώς
theoretically θεωρητικά
there εκεί
there in σε αυτό
thereabout εκεί κοντά, εκεί πλησίο, σχεδόν
thereabouts εκεί πλησίο, σχεδόν
thereafter έπειτα, μετά από αυτά, συνεπώς
thereat επί τούτω, εις τούτο, γι’ αυτό
thereby διά τούτου, εκ τούτου, από αυτό
therefor διά τούτο, δι’ αυτό
therefore επομένως, όθεν, ως εκ τούτου, άρα
therefrom εκ τούτου
therein εις τούτο, εν τούτο
thereinafter εν συνέχεια
thereinto εντός τούτου
thereof τούτου, περί τούτου, εκ τούτου
thereon εκ τούτου
thereto εκεί, έτι, εις τούτο
theretofore πριν από τότε
thereunder υπ’ αυτό, κάτωθεν
thereunto εις τούτο, προσέτι
thereupon επί τούτου, διά τούτο, έπειτα, μετά τούτου
therewithal αμέσως, μετά τούτου, μετ’ αυτού
thermically θωερμικώς
thermometric θερμομετρικώς
thermometrically θερμομετρικώς
thermostatically θερμοστατικώς
thinly αραιά
thirdly κατά τρίτον, τρίτον
thirstily διψασμένα, με δίψαν
this evening απόψε
this time αυτή τη φορά
this way από εδώ
this year φέτος
thither προς τα εκεί
thitherwards εκείσε, προς τα εκεί
thoroughly πλήρως, τελείως
thoughtfully σκεπτικώς
thousand χίλιοι, χίλια
threateningly απειλητικώς
three years ago αντιπροπέρσι
thrice τρείς φορές
thriftily οικονομικώς, μετρημένα, φειδωλώς
throatily τραχέως, λαρυγγωδώς
throbbingly με καρδιοκτυπία
through κατ’ ευθείαν, πέρα πέρα, διά μέσου
through and through πέρα ώς πέρα
throughout παντού, καθ’ ολοκληρίαν, καθ’ όλην την διάρκεια, καθ’ όλην την έκταση
thru κατ’ ευθείαν, πέρα πέρα, διά μέσου
thus τοιουτοτροπώς, ούτως, έτσι
thus far ως εδώ
thus much τόσο
thwart πλαγίως
tidily νοικοκυρεμένα, κοσμίως, ευτάκτως
tightly σφικτά
till afterwards παρά μόνο αφού
timidly δειλώς
timorously δειλώς
tinily πολύ μικρώς, ελαχίστως
tiptoe ακροποδητί
tiredly κουρασμένως
tirelessly ακουραστώς
tiresomely κουραστικώς
tit for tat οφθαλμό αντί οφθαλμού
to a frazzle εκ τριβής
to and fro πέρα δώθε
to boot επιπλέων
to his back πίσω του
to his face στο πρώσοπό του
to my content σε ευχαρίστηση καρδιάς
to no purpose σε χωρίς λόγο
to the bitter end μέχρι τέλος
to the bottom κάτω
to the core μέχρι κουκούτσι
to the end στο τέλος
to the full extent στην μεγαλήτερη έκταση
to the ground στη βάση
to the heart κατάκαρδα
to the left στα αριστερά
to the letter στο γράμμα
to the point μέχρι κάποιο σημείο
to the prejudice of στην προκατάληψη τού
to the right στα δεξιά, δεξιά
to the right about προς την αντίθετη κατεύθυνση
to the roots σύρριζα
to us σε μας
to wit ήτοι, δηλαδή
to you σε σένα
to your mind στο μιαλό σου
today σήμερα
together ομού, μαζί, αντάμα
together with μαζί με
tolerably υποφερτά
tomorrow αύριο
tonically τονωτικώς
tonight απόψε
too επίσης, πάρα πολύ, πολύ
toothsomely νοστιμώς
top secret ακρώς απόρρητο
top speed ολοταχώς
topically τοπικώς
topographically τοπογραφικώς
topsy-turvy άνω κάτω, ανάποδα
tormentingly βασανιστικώς
totally καθ’ ολοκληρίαν
totteringly ασταθώς
touchily δυστροπώς, ευαισθητώς
touchingly συγκινητικώς
tout a fait εντελώς
toy άθυρμα
traceably εξιχνιασιμώς
tractably ευδαμαστώς
tragically τραγικά
transmutably μετατρεπτώς
treasonably προδοτικώς
trebly τριπλασίως
tremblingly με τρόμο
trickily με απάτην, με κατεργαριά
triflingly ελαφρώς, επιπολαίως
trigonometrically
triply τριπλώς
triumphantly θριαμβευτικώς
truly αληθώς, ειλικρινά, όντως, ειλικρινώς
trustily αξιοπίστως, πιστώς
trustingly με πίστη
truthfully αληθώς
tumidily πομπωδώς, με στόμφο
tunably χορδιστώς
turn and turn about εναλλάξ
twice δυο φορές
two by two ανά δύο
twofold διπλασίως, διπλούς
typographically τυπογραφικώς
ultimately τελικά
ultimo λήξαντος μηνός, παρελθόντος μηνός
ultra υπερβολικώς
unacceptably απαραδέκτως
unaccountably ανεξηγητώς
unanimously ομοφωνώς, παμψηφεί
unavoidably αναποφευκτώς
unawares απροσδόκητα
unbearably ανυποφορώς
uncleanly ρυπαρώς
uncomfortably στενόχωρα
unconscionably ασυνείδητως
unconsciously αναίσθητα
uncritically αβασάνιστα
undeniably αναντιρρητώς
under από κάτω
under the circumstances σε αυτή την περίπτωση
underfoot υπό τους πόδας, καταγής
undermanned με ελλιπές προσωπικό
underneath υποκάτω
underpunch κάτω διάτρηση
undersea υπό την θάλασαν
understandably καταληπτώς
underwater υπό το ύδωρ
undoubtedly αναμφιβολώς
unduly ατόπως, υπερβολικά, αναρμοστώς
uneasily ανησυχώς
unevenly ανισώς, ανωμαλώς
unfavorably δυσμενώς
unfeelingly αναλγητώς
unflinchingly ανενδοτώς
unfortunately δυστυχώς
unhalthfully νοσηρώς
unhappily δυστυχώς
unhesitatingly αδιστακτώς
unimpeachably αμεμπτώς
unintelligibly ακατανοητώς, ακαταλήπτως
uniquely μοναδικώς
unlawfully παρανομώς
unlike ανομοίως
unluckily ατυχώς
unmistakably αλανθαστώς
unnecessarily ανώφελα, περιττώς
unquestionably αναμφιβολώς
unreasonably παραλογώς
unsearchably ανεξερευνητώς
unseasonably παρακαιρώς
unspeakably ανεκφράστως, ακατονομαστώς
unstably ασταθώς
unsteadily ασταθώς
unsuitably ακαταλληλώς, απρεπώς
until then ως τότε
untried αδοκιμαστώς
unutterably ανεκφρωστώς, αφατώς
unwillingly ακουσίως
unwittingly εν άγνοια, άθελα
unworthily αναξίως
up άνω
upcountry προς το εσωτερικό της χώρας
uphill προς τα άνω
upon my honor στην τιμή μου
uproariously θορυβωδώς
upside down άνω κάτω, ανάποδα
upstage προς τα οπίσω της σκηνής
upstairs επάνω, επάνω πάτωμα
upstream αντίθετα στο ρεύμα
uptown στην άνω πόλη, μακρυά από το κέντρο πόλεως
upward(s) προς τα άνω
urgently επειγόντως, κατεπειγόντως
usefully χρησιμώς
uselessly ανώφελα
usually συνήθως
valuably πολυτιμώς
vanward προς τα εμπρός
variably μεταβλητώς
variously ποικιλοτρόπως
varyingly διαφερόντως, ποικιλώς
vauntingly κομπαστικά
veeringly με στροφή, με αλλαγγήν διευθύνσεως
vehemently ορμητικώς, βιαίως
vendibly σεβασμίως
venerably
verbatim αυτολέξει
verily αληθώς
veritably αληθώς, πραγματικά
vermiculate σκωληκοειδώς
vertically κάθετα
very πολύ, ακριβώς, ακόμη και, λίαν
very closely σύρριζα
very little πολύ λίγο
very much πάρα πολύ
very soon πολύ σύντομα, σε λίγο
very well πολύ καλά
vexedly οργιλώς
vicariously γι’ αντιπρόσωπου
videlicet δηλαδή
violably παραβατώς
violent βιαίως, σφοδρώς
virtually κατ’ ουσίαν, πρακτικώς
visibly ορατώς, φανερώς
viva voce διά ζώσης φωνής
vivace ζωηρά
viz ήτοι, δηλαδή
volcanically ηφαιστειωδώς
volubly ευφραδώς, στωμυλώς
volumetrically ογκομετρικώς
voluntarily οικειοθελώς, εκουσίως
voluntary εκούσια
warily προσεκτικώς
warningly προειδοποιητικά
warrantably εγγυησίμως, εγγυητώς
waveringly διστακτικά
wavily κυματωδώς
weakly ασθενώς
wealthily πλουσίως
wearily κουρασμένα, ανιαρά
week after week για πολλούς μήνες
weekly καθ’ εβδομάδα
well καλά, καλώς
well nigh σχεδόν
westerly δυτικά
westwards προς δύση
wheezily ασθματικώς
when πότε
whence πόθεν, από πού
whencesoever οθενδήποτε
whenever οποτεδήποτε, οσάκις
where που
whereabouts που
whereabouts? που πλησίον;
whereas εφ’ όσον, ενώ
whereat όποτε
whereby διά του οποίου, με τι
whereer οπουδήποτε
wherefore διά του οποίου, διατί
wherefrom από πού
wherein εν
whereinto εντός του οποίου
whereof εν τω οποίω, περί τίνος
whereon επί του οποίου, επί τίνος
wheresoever οπουδήποτε
whereto εις το οποίο
whereunto εις το οποίο
whereupon και τότε, που, με το οποίο, επί τίνος
wherever οπουδήποτε
wherewith με το οποίο, με αυτό
wherewithal μέσον, μέσα
whether or not είτε ναί είτε όχι
whilom προ πολού
whimperingly με κλαυθμυρισμούς
whiningly παραπονετικά
wholesale χοντρικώς
wholly εξ ολόκληρου, ολόκληρα, όλως
why διατί
widenly ευρεώς
widthwise κατά πλάτος
wilily πανουργώς, δολιώς
willingly οικειοθελώς, εκουσίως, προθυμώς
willy-nilly υποχρεωτικά, εκών άκων, θέλοντας και μη
windward προς τον άνεμο
winningly ελκυστικώς, θελκτικώς
wirily νευρωδώς
wisely σωφρονώς, σοφώς, συνετώς
wistfully με λαχτάρα
with a grain of salt μ’ ένα σπυρί αλατιού
with a view to profit με το αζημίωτο
with kicks κλοτσήδον
with pleasure ευχαρίστως, μετά χαράς
with reason με λόγο
with regard to όσο αφορά
with that ευθύς αμέσως
withal ομοίως, προσέτι
without έξω
without a break μονορούφι, χωρίς διακοπή
without a fight αμαχητί
without even χωρίς καν
without exception ανεξαιρετώς
wittily έξυπνα, ευφυώς με πνεύμα
wittingly εν επιγνώσει
woefully θλιβερά
womb ύστερα
word for word αυτολέξει
workably πρακτικώς
worryingly worryingly
worthily αξίως
written in full ολογραφώς
wrongfully λανθασμένα, άδικως
wryly πικρόχολα, στρεβλά
yawningly με χασμουρητό
yea μάλιστα, όντως
yearling ενός έτους
yearly ετήσια
yearningly λαχταριστά
yeomanlily ανδρείως
yesterday εχθές, χθές
yesteryear πέρυσι
yet ακόμη, όμως, εν τούτοις
yon εκεί πέρα
yonder εκεί πέρα
zealously ενθουσιωδώς

 

Επιρρήματα Ελληνικά Αγγλικά – Μετάφραση

Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

xxx porn redtube